ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ορφανοτροφείο: Μια μεγάλη, αλλά τόσο σύντομη ιστορία...

Μια αναδρομή σε ένα μεγάλο έργο πνοής, που τέλειωσε άδοξα, όπως και η εποχή του Καποδίστρια. Του Γιώργου Μπόγρη Στην ανατολική πλευρά της πόλης της Αίγινας, στην αρχή της οδού Καποδιστρίου που οδηγεί στον όρμο της Περιβόλας, βρίσκεται το τεράστιο κτίριο του Ορφανοτροφείου, το οποίο ιδρύθηκε με απόφαση του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, για να στεγάσει τα ορφανά του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα. Το κτίριο είναι γνωστό και με την ονομασία Φυλακές της Αίγινας από την κατοπινή χρήση του. Συγκλονισμένος ο Κυβερνήτης μετά από επίσκεψή του στο Στρατόπεδο της Τροιζήνας, από το οικτρό θέαμα των ορφανών του Αγώνα, που περιφέρονταν ενδεή, με κουρελιασμένα ρούχα, ανυπόδητα και πεινασμένα στις πόλεις, ή ακολουθούσαν τα στρατεύματα, προσδοκώντας σε ένα ξεροκόμματο από τα περισσεύματα, πήρε την απόφαση για τη στέγαση και τη σίτισή τους. Αλλά και για την παροχή –σε αυτά τα δυστυχή και έρημα παιδιά– της στοιχειώδους έστω σχολικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης και για την προστασία τους από ποικίλους ηθικούς και βιοτικούς κινδύνους. Το κτίριο ανεγέρθηκε σε έκταση περίπου 20 στρεμμάτων, που παρεχώρησε η Δημογεροντία της Αίγινας. Λίγο αργότερα ο «φιλόπολις» Αιγινήτης Μιχαήλος Μαλλούκαης παρεχώρησε και την έμπροσθεν μέχρι την παραλία ευρισκόμενη έκταση 55 στρεμμάτων, για να χρησιμεύσει ως κήπος και χώρος καλλιεργειών για το Ίδρυμα. Ο Καποδίστριας αναθέτει τον σχεδιασμό και την επιστασία του έργου στον Θεόδωρο Βαλλιάνο, ο οποίος είναι ο πρώτος επώνυμος μηχανικός που συναντάμε στην Αίγινα. Κεφαλλονίτης, μεγαλωμένος στη Ρωσία, ο Βαλλιάνος σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία της Πετρούπολης. Απεφοίτησε το 1919 και στη συνέχεια υπηρέτησε στο σώμα των Ιγγενιέρων (Μηχανικών), των σωματοφυλάκων του Τσάρου. Έφτασε στην Ελλάδα το 1822 για να υπηρετήσει τον Αγώνα, παίρνοντας μέρος σε πολλές μάχες, συντηρώντας με δικές του δαπάνες σώμα Κεφαλλήνων αγωνιστών και αναλαμβάνοντας επιδιορθώσεις και ενισχύσεις φρουρίων. Του αναθέτει επίσης και την κατασκευή και επιστασία του δρόμου της Περιβόλας, σημερινής Καποδιστρίου. Του πρώτου αμαξιτού με επίστρωση δρόμου του Ελληνικού Κράτους. Το κτίριο του Ορφανοτροφείου είναι απλό και σαφές στην οργάνωση και στη μορφή του. Το κτίριο οργανώνεται γύρω από μία κλειστή εσωτερική αυλή με απλά και λιτά αρχιτεκτονικά στοιχεία, με τάσεις ενός πρώιμου ρομαντικού κλασικισμού, συνέπεια μορφής και λειτουργίας, καθαρούς όγκους και σεβασμό στην κλίμακα. Μαζί του εργάζεται και ο δεύτερος επιστήμων μηχανικός που αναφέρεται τότε, ο νεαρός Δημ. Σταυρίδης. Έχει έρθει στην Ελλάδα λίγους μήνες πριν από τη Βιέννη, όπου έζησε εννιά χρόνια, και έχει ήδη εργαστεί ως οχυροματοποιός. Η οικοδομή άρχισε την άνοιξη του 1828 και ολοκληρώθηκε στα τέλη Μαρτίου του 1829, σε λιγότερο από έναν χρόνο. Από τον Ιούνιο την επιστασία είχε αναλάβει ο μάστορας Χρήστος Λόξας, για να ελέγχει καλύτερα τον εφοδιασμό. Το κόστος ανήλθε σε 515.371 γρόσια (206.148,4 φοίνικες). Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού προερχόταν από συνεισφορές ομογενών του εξωτερικού και φιλελλήνων, και το υπόλοιπο από το Εθνικό Ταμείο. Η ανέγερση του Ορφανοτροφείου απασχόλησε περισσότερους από 1.200 εξαθλιωμένους πρόσφυγες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, κυρίως από την Αθήνα, που εργάζονταν ως ανειδίκευτοι εργάτες με αμοιβή ένα «ταίνι», την καθημερινή τους δηλαδή διατροφή. Πολλοί ήταν επίσης οι εξειδικευμένοι τεχνίτες, μάστορες, χτίστες, μαραγκοί, πετροκόποι, φουρνελατζήδες, πιλοποιοί, πελεκάνοι, μαρμαράδες κ.λπ. Δυστυχώς, έγινε και χρήση έτοιμου υλικού από τα αρχαία της Κολώνας. Στον περίβολο του κτιρίου κτίσθηκε ο Ιερός Ναός του Σωτήρος Χριστού. Στις 9 Απριλίου 1829 γίνονται τα επίσημα εγκαίνια του Ορφανοτροφείου, με παρούσες όλες τις Αρχές του Κράτους. Στην είσοδο ενετειχίσθη η επιγραφή: Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΟ ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟΝ ΤΟΔΕ ΑΝΗΓΕΙΡΕ ΕΝ ΕΤΕΙ ΧΗΗΗΗΔΔΙΙΙ9 (1828), η οποία –ανακαινισμένη– διατηρείται μέχρι σήμερα. Ήδη από τις 9 Μαρτίου, μεταφέρθηκαν στο κτίριο τα πρώτα 500 ορφανά, από τα οποία 160 εφιλοξενούντο στο Μοναστήρι του Πόρου, και άλλα 250 από το Ναύπλιο. Προέρχονταν από διάφορες περιοχές της χώρας. Ανάμεσά τους και αυτά από το Μεσολόγγι, που εξαγοράστηκαν από τα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου, καθώς και πολλά που ζούσαν σε λάκκους και αρχαίους τάφους στην Αίγινα ή περιφέρονταν πεινασμένα, δυστυχή και απροστάτευτα εδώ και εκεί. Στην πλειοψηφία τους ήταν τέκνα νεκρών αγωνιστών του ‘21, εγκαταλελειμμένα στην τύχη τους. Το κτίριο είχε 12 δωμάτια, καθένα για 30-40 παιδιά.
Από τις 9 Μαρτίου 1829 μεταφέρθηκαν στο κτήριο τα πρώτα 500 ορφανά, από τα οποία 160 εφιλοξενούτο στο Μοναστήρι του Πόρου, και άλλα 250 από το Ναύπλιο. Ανάμεσά τους και αυτά από το Μεσολόγγι, που εξαγοράστηκαν από τα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου
Εκτός από στέγαση, σίτιση και προστασία, το Ορφανοτροφείο έγινε και κυψέλη βασικής και μέσης εκπαίδευσης, καθώς και επαγγελματικής. Άλλωστε, είναι γνωστή η τεράστια προσπάθεια του Κυβερνήτη για την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων. Για τους νεαρούς τροφίμους λειτούργησε αλληλοδιδακτικό σχολείο για παροχή της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Μέχρι την ανέγερση του Εϋναρδείου, στον περίβολό του λειτούργησε και το Κεντρικό Σχολείο, προορισμένο για την εκπαίδευση και την επιμόρφωση διδασκάλων (ανωτέρα εκπαίδευση). Αρχικά, επικεφαλής του Ιδρύματος διορίστηκε ο αδελφός του Κυβερνήτη, Βιάρος Καποδίστριας. Στην τριμελή διοικητική επιτροπή ανήκαν ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, υπεύθυνος οικονομικής διαχείρισης και των εν γένει προμηθειών, και ο αρχιμανδρίτης Λεόντιος Καμπάνης, επόπτης προσωπικού και τροφίμων. Τον Οκτώβριο του 1829 αφικνείται στην Αίγινα ο φιλόλογος και λόγιος Ανδρέας Μουστοξύδης, στενός φίλος του Κυβερνήτη, και διορίζεται πρόεδρος της Επιτροπής του Ιδρύματος. Υπεύθυνος του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου ήταν ο ιεροδιάκονος Νεόφυτος Νικητόπουλος, που μαζί με τον λόγιο Ιωάννη Βενθύλο είχαν διοριστεί ως συμβοηθοί της Επιτροπής. Εκτός από τα στοιχειώδη –ανάγνωση, γραμματική και αριθμητική–, οι μαθητές ασκούνται στη μουσική, στη γυμναστική και στη «σκιαγραφία» (ιχνογραφία). Παράλληλα, λειτουργούν και πολλά χειροτεχνεία, επαγγελματικά δηλαδή εργαστήρια για την εκπαίδευση των παιδιών σε κάποια βιοποριστική τέχνη. Σύμφωνα με τον κανονισμό, προβλέπονταν εργαστήρια ραπτικής, ωρολογοποιίας, λεπτουργικής, τορνευτικής, πλεκτικής, τυπογραφίας, λιθογραφίας, βιβλιοδετικής και υποδηματοποιίας. Από τον Ιανουάριο 1831 καταβάλλεται στους μικρούς μαθητές και μία μικρή αμοιβή, ως ένα μικρό πρώτο κεφάλαιο για την έναρξη της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, μετά την αποφοίτηση. Με μέριμνα του Κυβερνήτη, ιδρύθηκε και λειτούργησε στο Ορφανοτροφείο και Ελληνικό Ωδείο, όπου διδασκόταν εκκλησιαστική και δυτική μουσική, και διατάχθηκε η αγορά 12 τετραχόρδων οργάνων (βιολιών). Δίδαξαν ο Γεώργιος Λέσβιος και αργότερα ο Χιώτης λόγιος Κωνσταντίνος Κοκκινάκης. Με ψήφισμα στις 20 Οκτωβρίου ιδρύεται Εθνικό Μουσείο για τη συγκέντρωση των αρχαιοτήτων και τη διάσωσή τους από τους αρχαιοκαπήλους, ντόπιους και ξένους, ενώ τα πρώτα ευρήματα στεγάζονται σε ιδιαίτερη αίθουσα του Ορφανοτροφείου. Επίσης, στεγάζεται η Εθνική Βιβλιοθήκη. Διευθυντής και έφορος του Εθνικού Μουσείου και της Εθνικής Βιβλιοθήκης διορίζεται ο Μουστοξύδης. Συνέταξε οργανισμό λειτουργίας και οργάνωσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, θέτοντας τις βάσεις της. Εργάστηκε με ιδιαίτερη επιμέλεια και συνέλεξε αρχαιότητες από διάφορα μέρη. Η συλλογή του περιέλαβε αγγεία ποικίλων ειδών, επιγραφές, αγαλμάτια, ειδώλια, λύχνους, ανάγλυφα, κεραμικά, υάλινα αγγεία, σπονδεία, σκεύη χάλκινα κ.ά. Εμπλούτισε την πρώτη Εθνική Βιβλιοθήκη με χιλιάδες τόμους, χειρόγραφα, βυζαντινά χρυσόβουλα και έντυπα από μονές, δωρεές ιδιωτών και αγορές. Σε κάποιον χώρο του Ιδρύματος δημιούργησε και την πρώτη γεωλογική και ορυκτολογική συλλογή. Στον περίβολο οργανώθηκαν και λειτούργησαν και το Εθνικό Τυπογραφείο, λιθογραφείο και βιβλιοδετείο, με διευθυντή τον Χρηστίδη. Εξέδιδε τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος», την κρατική δηλαδή εφημερίδα, την «Αιγιναία», το πρώτο περιοδικό του ελεύθερου Κράτους, με διευθυντή τον Γεώργιο Αποστολίδη-Κοσμητή, καθώς και σχολικά, εκπαιδευτικά και επιστημονικά βιβλία. Επίσης, και δύο γαλλόφωνες εφημερίδες, με διευθυντή τον Ιωσήφ Κιάππε. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και τη συνακόλουθη παραίτηση του Μουστοξύδη, η λειτουργία και το έργο του Ορφανοτροφείου παρουσιάζουν φθίνουσα πορεία, δεδομένης και της ανόδου της Αθήνας, ως νέας πρωτεύουσας της χώρας, και της εκεί συγκέντρωσης των πνευματικών, πολιτιστικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Το 1829 λειτούργησε για πρώτη φορά η Στρατιωτική Σχολή, που θα αποτελούσε τον «λόχο των Ευελπίδων». Μετά ολιγοετή μεταφορά της στο Ναύπλιο, επανήλθε στην Αίγινα, επί Όθωνα μέχρι το 1837, και κατόπιν οριστικά στον Πειραιά. Μαζί και οι πρώτοι Ναυτικοί Ευέλπιδες, παιδιά κυρίως ναυτικών αγωνιστών του 1821. Οι πληροφορίες είναι λιγοστές για τα επόμενα χρόνια. Γνωρίζουμε ότι έγινε στρατώνας διαθεσίμων και το 1842 λειτούργησε ως Λοιμοκαθαρτήριο και ως Φρενοκομείο το 1860. Στα 1866-69 φιλοξένησε πρόσφυγες του Κρητικού Αγώνα και αργότερα ο Παντελής Λογιωτατίδης φρόντισε να επισκευασθεί το κτίριο και να μετατραπεί σε φυλακή για να μη ρημάξει. Οι πρώτοι 15 κρατούμενοι μεταφέρθηκαν το 1880.

Διαβάστε επίσης

Η λαϊκή Βουλή της ΑίγιναςΑίγινα

Καρέκλες και τραπέζια των απλών μεροκαματιάρηδων, αλλά και των εύπορων, στέκια μιας ιδιαίτερης τοπικής θυμοσοφίας πολλών χρόνων, τα τρία καφενεία κάτω από τη ΔημαρχίαΧρονογράφημα τ...

Στο κολαστήριο των φυλακών...Αίγινα

Η μετατροπή του Ορφανοτροφείου σε τόπο εγκλεισμού ποινικών και πολιτικών κρατουμένων άνοιξε μια μακρά αλλά και μελανή σελίδα στην Αίγινα. Του Γεωργίου Ι. Μπόγρη* Ενα νέο κεφάλαιο α...

Δεν χάθηκε ακόμη η ευκαιρίαΑίγινα

Φοβικά και άτολμα ημίμετρα, αντί ριζικής λύσης, η απάντηση της δημοτική αρχής στο αίτημα της πεζοδρόμησης της παραλίας. Της Σίλας Αλεξίου Δειλά, για την αποφυγή συγκρούσεων με τις ...