Την Δευτέρα 20 Νοεμβρίου Το Πανεπιστήμιο Πειραιώς διοργανώνει  στο ξενοδοχείο ATHENAEUM INTERCONTINENTAL ολοήμερο Συνέδριο με θέμα: «Το Δημογραφικό Πρόβλημα και η Γήρανση του Πληθυσμού στην Ελλάδα» ένα κρίσιμο ζήτημα για την χώρα μας που αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα υπογεννητικότητας εδώ και πολλά χρόνια χωρίς όμως να έχει γίνει κάποια οργανωμένη προσπάθεια αντιμετώπισης του. Υπεύθυνος διοργάνωσης του συνεδρίου και βασικός ομιλητής είναι ο κ. Μιλτιάδης Νεκτάριος καθηγητής της ασφαλιστικής επιστήμης στο Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

Ο κ. Μιλτιάδης Νεκτάριος μιλά στο Naftemporiki.gr για το δημογραφικό πρόβλημα τις Ελλάδας, τους παράγοντες που συνδέονται με αυτό και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επίλυση του.

Συζητούμε εδώ και πολλά χρόνια για το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας επικεντρώνοντας το στον τομέα της αύξησης των γεννήσεων. Εσείς έχετε μία διαφορετική οπτική για το ζήτημα αυτό λέγοντας ότι είναι ένα σύνθετο πολύπλευρο πρόβλημα και δεν αφορά μόνο τη χαμηλή γεννητικότητα. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του προβλήματος στην χώρα μας κατά την άποψη σας; 

Οι παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση του πληθυσμού είναι: η μείωση της γονιμότητας, οι αλλαγές στην ηλικία απόκτησης παιδιού, και το πλήθος των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία.

(α) Η μείωση της γονιμότητας, η οποία ξεκίνησε με καθυστέρηση τουλάχιστον μιας δεκαετίας σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ήταν ιδιαίτερα απότομη, έντονη και συνεχής με αποτέλεσμα, ήδη στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα να καταγράφει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα γονιμότητας παγκοσμίως (κάτω από το 1,3 παιδιά/γυναίκα).

(β) Οι αλλαγές στην ηλικία απόκτησης παιδιού αποτελούν μια επίσης καθοριστική εξέλιξη για τη μελλοντική δημογραφική δυναμική. Από το 2006 η βασική αναπαραγωγική ηλικία είναι πια η τρίτη δεκαετία της ζωής των γυναικών.

(γ) Το πλήθος των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία.

Κατά την περίοδο 2000-2020 ο γυναικείος πληθυσμός ηλικίας 15-49 ετών μειώθηκε κατά περίπου 405.000 (ή  κατά 15%) πέφτοντας από τα 2.701.509 στα 2.295.763 άτομα. Η μείωση αυτή αφορά αποκλειστικά τις ηλικίες 15 έως 36 ετών, των οποίων το μέγεθος συρρικνώθηκε κατά 502.700 άτομα (-29%). Αντίθετα ο όγκος των γυναικών άνω των 37 ετών αυξήθηκε κατά  97.000 (+ 10%).

Οι παραπάνω τάσεις θα καθορίσουν την περαιτέρω μείωση του πληθυσμού της χώρας, και τα αποτελέσματα δεν μπορούν να αποτραπούν.

Ποιες πολιτικές και μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν για να αλλάξει η κατάσταση και να υπάρχει αξιοσημείωτη αύξηση των γεννήσεων; 

Με βάση όλα τα στοιχεία που εξετάστηκαν για όλες τις χώρες της ΕΕ και την Ελλάδα, προτείνουμε ένα πακέτο μέτρων και πολιτικών ικανό να προσδώσει μια νέα θετική δυναμική στο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.

Διακρίνονται τρεις κατηγορίες δημογραφικής ενίσχυσης: ενίσχυση εισοδήματος νοικοκυριών, αναμόρφωση των επιδομάτων, και αναβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών

(α) Ενίσχυση εισοδήματος:  Στην κατηγορία αυτή εντάσσεται καταρχήν η ανάγκη εμπέδωσης ενός σταθερού αναπτυξιακού περιβάλλοντος ικανού να προσελκύσει επενδύσεις, να δημιουργεί θέσεις απασχόλησης και – τελικά – να βελτιώνει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

Η άνοδος του κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι βέβαια μια διαρκής επιδίωξη της οικονομικής πολιτικής γιατί διασφαλίζει την σύγκλιση της Ελλάδας με τις πιο προηγμένες χώρες της ΕΕ. Ταυτόχρονα όμως δημιουργεί και ένα κλίμα μεγαλύτερης οικονομικής ασφάλειας και περισσότερων ευκαιριών. Η απειλή της ανεργίας, ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, όπως επίσης και οι κίνδυνοι ανισότητας μειώνονται σημαντικά και έτσι δημιουργείται μια θετική προδιάθεση για την αύξηση του μεγέθους του νοικοκυριού.

(β) Συνέχιση επιδομάτων με αναμόρφωση. Προτείνουμε τον διπλασιασμό της συνολικής δημοσιονομικής δαπάνης στο 1,2% του ΑΕΠ, και κάθε δικαιούχος οικογένεια θα λαμβάνει τώρα 2.419€ ετησίως, ενώ ανά παιδί η ενίσχυση θα είναι 1.407€ ετησίως. Και στις δύο περιπτώσεις, η αύξηση θα είναι κατά 80%  έναντι των μέσων όρων που ισχύουν σήμερα.

(γ) Συνθήκες διαβίωσης/ανατροφής

Σε κάθε οικογένεια με δύο παιδιά και άνω, θα προσφέρονται κίνητρα για να αποκτήσει κατοικία με προδιαγραφές έκτασης, υποδομών, συνδεσιμότητας, προσβασιμότητας, ανάλογες με τον αριθμό των παιδιών.

Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι μία λειτουργική έκταση κατοικίας για οικογένεια με 3 παιδιά πρέπει να είναι 120 τ.μ. Ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών πρέπει να προσαρμόζεται προς τα πάνω ή προς τα κάτω κατά 20 τ.μ. ανά παιδί. Δηλαδή μια οικογένεια με 2 παιδιά απαιτεί 100 τ.μ., με ένα παιδί 80 τ.μ.

Όταν η οικογένεια αποκτήσει το δεύτερο  παιδί, η πολιτεία παρέχει όλο το επιπλέον κόστος για την ενοικίαση ή την αγορά μεγαλύτερου σπιτιού για μετεγκατάσταση της οικογένειας, σύμφωνα με τις πιο πάνω προδιαγραφές.

Πώς συνδέονται τα ποσοστά εργατικού δυναμικού και ο γενικότερα ο χάρτης εργασίας σε μια χώρα και ειδικότερα στην Ελλάδα με το δημογραφικό και ποιες πολιτικές πρέπει να εφαρμοστούν σε αυτό το πεδίο ειδικά όσον αφορά τις γυναίκες; 

Παραδοσιακά, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των χωρών με τη χαμηλότερη απασχόληση μεταξύ των γυναικών, των νέων κάτω των 25 ετών, και των ατόμων άνω των 55 ετών.  Στους παραπάνω τομείς, η υστέρηση της χώρας μας έναντι των περισσότερων χωρών της ΕΕ, μετατρέπεται σε συγκριτικό πλεονέκτημα παρέχοντας ένα ανέλπιστο εργαλείο διαχείρισης. Η αύξηση των ποσοστών απασχόλησης μεταξύ συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων θα αντισταθμίσει σε κάποιο βαθμό τη συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού. Κάτι τέτοιο όμως πέρα των δομικών αλλαγών απαιτεί και αλλαγή νοοτροπίας. Προτείνουμε τις παρακάτω πολιτικές.

(α) Αύξηση της απασχόλησης των γυναικών. Η συμφιλίωση εργασίας και οικογένειας με την ανάπτυξη φιλικών προς την οικογένεια συνθηκών εργασίας (ευελιξία ωραρίου, δυνατότητα γονεϊκών αδειών) προτείνεται συχνά ως μέσο αύξησης της γυναικείας απασχόλησης. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, τα μέτρα για την συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής αποδίδουν όταν απευθύνονται και στους δύο γονείς, ανεξαρτήτως φύλου, ώστε να μην αποτελούν λόγο διάκρισης εις βάρος των γυναικών και να προωθούν την ουσιαστική ισότητα, όχι μόνο στον τομέα της εργασίας αλλά και της ανατροφής των παιδιών.

(β)  Ενίσχυση της απασχόλησης νέων κάτω των 25 ετών.

Μια ακόμη δεξαμενή διαθέσιμου, αλλά όχι επαρκώς αξιοποιούμενου εργατικού δυναμικού, είναι οι νέοι κάτω των 25 ετών. Το ποσοστό απασχόλησης σε αυτές τις ηλικίες είναι μικρό, και αφορά χαμηλά αμειβόμενες δουλειές ευκαιριακής απασχόλησης που συνήθως δεν αξιοποιούν τα προσόντα και τις δυνατότητες  των νέων ούτε ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους.

Ο κυριότερος λόγος υστέρησης στον τομέα αυτό σε σχέση με τις χώρες της ΕΕ, είναι η πλήρης εγκατάλειψη της επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης.

(γ)  Ανακοπή του brain-drain. Μέχρι πρόσφατα, η επίδραση του brain drain ήταν πρωτίστως οικονομική. Εφ’ όσον, όμως, οδηγεί και στη μείωση του πληθυσμού κάτω των 50 ετών, ο δημογραφικός αντίκτυπος της εκροής γίνεται εντονότερος και σημαντικότερος από παλιότερα, καθιστώντας την ανακοπή του φαινομένου ιδιαίτερης σημασίας για τη δημογραφική ανάκαμψη της χώρας.

(δ)  Αξιοποίηση ευέλικτων μορφών απασχόλησης.  Τηλε-εργασία, μερική απασχόληση για εγκατάσταση σε απομακρυσμένες ή αραιοκατοικημένες περιοχές. Η ερημοποίηση περιοχών είναι απότοκο της δημογραφικής γήρανσης και αποτελεί πρόβλημα για πολλές περιοχές της Ελλάδας. Χρειάζεται να αναπτυχθούν δράσεις και πρωτοβουλίες σε τοπικό επίπεδο, προκειμένου εγκαταλελειμμένες περιοχές να αναβιώσουν προσελκύοντας ψηφιακούς μετανάστες.

Ποιες είναι οι πολιτικές «ενεργού γήρανσης» στις οποίες θα αναφερθείτε στο συνέδριο και πώς επηρεάζουν το δημογραφικό ζήτημα; 

Οι εργαζόµενοι µεγαλύτερης ηλικίας αποτελούν σηµαντικό µέρος του εργατικού δυναμικού στις σύγχρονες κοινωνίες, ο δε πληθυσµός τους αναμένεται να αυξηθεί κατά τις επόμενες δεκαετίες. Οι εργαζόµενοι µεγαλύτερης ηλικίας έχουν διαφορετικές δεξιότητες και ικανότητες σε σύγκριση µε άλλες γενιές. Η τυχόν µη συµµετοχή τους στον εργασιακό βίο είναι βέβαιο ότι θα προκαλούσε έλλειµµα επαγγελματικών και διαρθρωτικών ικανοτήτων, καθώς και ικανοτήτων δικτύωσης. Επιπλέον η µεταλαµπάδευση της άρρητης γνώσης στις νεότερες γενιές είναι αναντικατάστατη. Ο ισχυρός συνδυασμός ικανοτήτων στον χώρο εργασίας βασίζεται στα διαφορετικά πλεονεκτήµατα των γενεών.

Για την ενίσχυση της ενεργού γήρανσης µέσω καλύτερων και μεγαλύτερης διάρκειας σταδιοδρομιών των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας απαιτούνται αρκετές μεταρρυθμίσεις:

(α) Κίνητρα παραμονής στην εργασία μετά τα 60.

(β) Επένδυση στη Δια-Βίου Μάθηση

(γ)  Υγιής, Ενεργός και Έξυπνη Γήρανση:  Ένα τρίπτυχο πολιτικής για το εργατικό δυναμικό στις γηράσκουσες κοινωνίες και οικονομίες. Η «υγιής» γήρανση αφορά σε πολιτικές «πρόληψης» που βελτιώνουν και επιμηκύνουν την διάρκεια ζωής για όλους και όχι μόνο για τους ηλικιωμένους. Η «ενεργός» γήρανση αποτελεί συνέχεια και αποτέλεσμα της προηγούμενης διαδικασίας: άτομα σε καλή υγεία παρατείνουν τον χρόνο εργασίας πολύ πέραν του τυπικού ορίου συνταξιοδότησης. Η «έξυπνη» γήρανση αναφέρεται σε πολιτικές και πρακτικές που μειώνουν τα ψηφιακά και λοιπά χάσματα που νομοτελειακά προκύπτουν μεταξύ των γενεών.

Ποιο ρόλο θετικό ή αρνητικό παίζει στο δημογραφικό ζήτημα η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας ειδικά στον τομέα της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης αφού θεωρείται δεδομένο ότι θα επηρεάσουν δραστικά την αυτοματοποίηση των παραγωγικών διαδικασιών και τον τομέα της εργασίας; 

Μια επισκόπηση των πρόσφατων ερευνών στα οικονομικά της ανάπτυξης με φθίνοντα πληθυσμό δείχνει ότι η κύρια πηγή ανάπτυξης έγκειται στην καινοτομία (παραγωγή νέων ιδεών και προϊόντων), η οποία οδηγεί στην αύξηση της παραγωγικότητας (productivity effect). Η ανάπτυξη των νέων προϊόντων δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας  (reinstatement effect). Τελικά, καθώς η αυτοματοποίηση της παραγωγής και τα ρομπότ είναι πιο παραγωγικά από τους εργάτες, αυξάνεται η  παραγωγικότητα αλλά μειώνεται η απασχόληση ( displacement effect).

Η αυτοματοποίηση των παραγωγικών διαδικασιών, με την χρήση των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης, θα αντισταθμίσει το μειωμένο εργατικό δυναμικό. Η έκταση της αντιστάθμισης θα προδιαγράψει και τις νέες κοινωνικές συνθήκες που θα διαμορφωθούν στον 21ο αιώνα. Όπως οι τεχνολογικές πρόοδοι του 20ου αιώνα οδήγησαν στην 8ωρη εργασία ημερησίως και στην 5θήμερη εργασία εβδομαδιαίως, έτσι και η εκτεταμένη χρήση των ρομπότ, η τεχνητή νοημοσύνη και τα αλλεπάλληλα κύματα νέων τεχνολογιών μπορούν να οδηγήσουν στην απομαζικοποίηση της εργασίας στον δευτερογενή τομέα και στην περαιτέρω μείωση του χρόνου εργασίας  σε όλο το εύρος της οικονομίας. Το παράδοξο του 21ου Αιώνα θα είναι ότι, ενώ θα μειώνεται το εργατικό δυναμικό, στις αναπτυγμένες τεχνολογικά χώρες θα δημιουργηθούν οι συνθήκες για 4ήμερη εργασία εβδομαδιαίως.