Aμβούργο: Ενα μουσείο με... τέσσερα κατάρτια – Ρεπορτάζ του Κώστα Αργυρού
Το άνοιγμα του πρώτου Μουσείου του Λιμανιού στο Αμβούργο συνδυάστηκε με την επιστροφή του ιστορικού ιστιοφόρου «Peking», το οποίο θα μπορούν πλέον να απολαύσουν οι επισκέπτες.
Το Γερμανικό Μουσείο του Λιμανιού, που εγκαινιάστηκε στο Αμβούργο δηλώνει ότι θέλει να είναι ένα μουσείο γνώσης, ένα μουσείο του 21ου αιώνα. Στόχος του να μας βοηθήσει να κοιτάξουμε το παρελθόν χωρίς να περιοριστούμε στην αναπαράσταση και την εξήγηση ιστορικών γεγονότων και αντικειμένων από την εποχή τους, αλλά να κατανοήσουμε τα περίπλοκα ερωτήματα του παρόντος με βοήθεια από την ιστορία και έτσι να προσανατολιστούμε για το παρόν και το μέλλον. Ενδεικτικό αυτής της «μοντέρνας λογικής» το ωράριο του: 24 ώρες τη μέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα, 360 μέρες το χρόνο. Κάτι που βεβαίως θα εξαρτηθεί σίγουρα και από την πορεία της πανδημίας.
Εκτός της μόνιμης έκθεσης υπάρχουν χώροι ανοιχτοί στο κοινό και ελκυστικοί όλο το 24ωρο. Ανοιχτοί χώροι με τα μεγάλα αντικείμενα του μουσείου, μια ελκυστική αποβάθρα και ένας πύργος παρατήρησης. Επιπλέον, η τοποθεσία προσφέρει τη δυνατότητα δημιουργίας πρόσθετων εγκαταστάσεων - για αναψυχή, τουρισμό, γαστρονομία, έρευνα - προκειμένου να διασφαλιστεί η μόνιμη αναζωογόνηση του λιμανιού, που έτσι κι αλλιώς είναι στενά συνδεδεμένο με την ιστορία της πόλης.
Μια ιστορική επιστροφή
Το Αμβούργο έβαλε τη Δευτέρα τα καλά του για να υποδεχτεί ένα από τα σημαντικότερα «εκθέματα». Το τετρακάταρτο «Peking» επέστρεψε μετά από 3 χρόνια επισκευών στον τόπο... καταγωγής του. Ακριβώς 88 χρόνια από τότε που σάλπαρε για τελευταία φορά από το συγκεκριμένο λιμάνι και έχοντας πίσω του περίπου 40 χρόνια παροπλισμού στις ΗΠΑ, όπου κινδύνεψε να καταστραφεί ολοσχερώς. Η επισκευή αυτή κόστισε συνολικά 38 εκατομμύρια ευρώ, από τα 185 που διέθεσε συνολικά η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για την κατασκευή του Μουσείου. Προς το παρόν οι επισκέπτες θα μπορούν να το θαυμάσουν από την αποβάθρα, ενώ όταν ολοκληρωθούν οι σχετικές εσωτερικές εργασίες το καλοκαίρι του 2021 θα μπορούν πλέον και να ανεβαίνουν με απόλυτη ασφάλεια σε αυτό.
Γρήγορο, ασφαλές, αξιόπιστο
Το PEKING, που ναυπηγήθηκε το 1911 ήταν ένα από τα τελευταία μεγάλα φορτηγά ιστιοφόρα, τα οποία στις αρχές του 20ου αιώνα, μπορούσαν ακόμα να ανταγωνιστούν τα ατμόπλοια και τα μηχανοκίνητα πλοία λόγω της ταχύτητας, της ασφάλειας και της ακρίβειας τους. Ως εκ τούτου, χρησιμοποιήθηκε ως πλοίο μεταφοράς για το νιτρικό κάλιο από τη Χιλή, το οποίο είχε μεγάλη ζήτηση εκείνη την εποχή, και έκανε συνολικά 34 ταξίδια γύρω από το Ακρωτήριο Χορν. Όταν η ζήτηση για το νίτρο βυθίστηκε λόγω νέων βιομηχανικών διεργασιών για την παραγωγή λιπασμάτων και πυρομαχικών, το «PEKING» σταμάτησε και πωλήθηκε το 1932 ως στάσιμο εκπαιδευτικό πλοίο σε εταιρεία με έδρα την Αγγλία έναντι 6.250 λιρών στερλινών
Η Shaftesbury Homes και η Arethusa Training Ship Co. το μετονόμασαν σε ARETHUSA. Το 1974 το Iδρυμα «New York J. Aron Charitable Foundation» αγόρασε το πλοίο για £ 70.000 και το μετέφερε στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ τον επόμενο χρόνο. Το πλοίο πήρε το αρχικό του όνομα - «BEIJING» - και έγινε η ναυαρχίδα του Μουσείου South Street Seaport στη Νέα Υόρκη. Το 2015 πάρθηκε η απόφαση για την εξαγορά του από τη γερμανική κυβέρνηση και από το 2017 ξεκίνησαν οι εργασίες επισκευής, με στόχο να μεταμορφωθεί με βάση τα πρότυπα του 1927 . Το «PEKING» είναι από τα ιστιοφόρα της σειράς «Flying-P-Liner» της συγκεκριμένης ναυτιλιακής εταιρίας. Aπό μια συγκεκριμένη «ιδιοτροπία» του ιδιοκτήτη τους όλα έπρεπε να έχουν ονόματα, που αρχίζουν από το γράμμα «Ρ» προς τιμήν της συζύγου του, που τη φώναζε με το χαϊδευτικό «Pudel». Σήμερα διατηρούνται ακόμα τρια τέτοια ιστιοφόρα παγκοσμίως.