ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Τα καλοκαίρια του Κώστα Βάρναλη στην Αίγινα

Με αφορμή τα 132 χρόνια από την γέννηση του Κώστα Βάρναλη (14 Φεβρουαρίου 1884), επαναδημοσιεύουμε το αφιέρωμα του Γ. Μπόγρη, με θέμα τα καλοκαίρια του σπουδαίου Έλληνα ποιητή. Το λαϊκό καφενείο, οι απλοί άνθρωποι, η θάλασσα και η πολυτραγουδισμένη παρέα της Ζηνοβίας, πηγή έμπνευσης του μεγάλου δημιουργού. Του Γεωργίου Ι. Μπόγρη* Ο Κώστας Βάρναλης, γεννημένος στον Πύργο (Βάρνα) της Ανατολικής Ρωμυλίας, έχει καταχωρηθεί στους μεγάλους Έλληνες ποιητές. Έχει δημοσιεύσει όμως και διηγήματα, κριτικές, μεταφράσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις και επιφυλλίδες, αισθητικά και κριτικά δοκίμια. Από το καλοκαίρι του 1921 –και για πολλά καλοκαίρια– θα συνδέσει μέρος της ζωής και του έργου του με την Αίγινα. Γράφει στα «Φιλολογικά Απομνημονεύματά» του: «... Ένα απόγευμα πήρα το βαποράκι στον Περαία, την περίφημη ”Χρυσώ“, και πήγα πρώτα στην Αίγινα. Είχα σκοπό, αρχίζοντας από την Αίγινα, να ψάξω γύρω-γύρω τον Σαρωνικό όσο να εύρω το κατάλληλο μέρος, για να κουρνιάσω οριστικά. Ήθελα να είμαι πάντα κοντά στην Αθήνα... Στην Αίγινα που πρωτοπήγα, εκείκαι έριξα άγκυρα για πάντα...». Οι εντυπώσεις του από τη φύση, την κίνηση στο λιμάνι, την καθημερινή ζωή και τις συνήθειες των κατοίκων θα αποτυπωθούν με ενάργεια και ζωηρότητα στα πεζά και στα ποιητικά του έργα, με όπλο του τη δημοτική γλώσσα, χωρίς μαλλιαρισμούς, στην οποία από νωρίς και αγωνιστικά έχει προσχωρήσει. Η γραφή του στρωτή, με ζωντανή λυρική διάθεση, κριτική και σατιρική, κάποτε περιπαικτική, θα περιγράψει, με διεισδυτική ματιά και χαρούμενη και ανθρωπιστική διάθεση, καθημερινούς τύπους του νησιού στο λιμάνι, στις ταβέρνες και στα καφενεία. Το καφενείο του Βουτέρη στο λιμάνι (στη σημερινή Αγροτική Τράπεζα) και η ταβέρνα του Γληγόρη του Μαλτέζου με τους θαμώνες τους –απλούς, καθημερινούς ανθρώπους του λαού, ψαράδες, ναυτικούς, μεροκαματιάρηδες–, που πίνουν το καθημερινό «άγιο» κρασάκι τους, αποτελούν ένα μέρος του κόσμου του, που δεν αποφεύγει να συναναστραφεί. Αντιθέτως, και το κρασάκι αγαπούσε και τους λαϊκούς ανθρώπους εξυμνεί και καθαγιάζει. Άλλωστε, είναι η αρχή της εποχής που έχει αποκηρύξει πλέον το ιδεαλιστικό παρελθόν της ζωής και του έργου του, και έχει προσχωρήσει ολοκληρωτικά και αμετάκλητα στο διαλεκτικό υλισμό, που θα υπηρετήσει πιστά και με συνέπεια μέχρι το τέλος της ζωής του. Εδώ στην Αίγινα θα συνδεθεί και με άλλους συγγραφείς και καλλιτέχνες, που έχουν επιλέξει το νησί ως δεύτερη κατοικία τους. Συγγραφείς όπως οι Πέτρος Πικρός, Θράσος Καστανάκης, Ιουλία Περσάκη, Λιλή Ιακωβίδου, Γ. Πολίτης και Νίκος Καζαντζάκης. Και ζωγράφους όπως οι Σπύρος Βασιλείου, Μαρτζουβάνης, Παπαλουκάς κ.ά. Περιγράφει με φαντασία και λυρική διάθεση τις ζωηρές εντυπώσεις που του προκαλούν η φύση με τη βλάστηση, και ιδίως η θάλασσα με τα χρώματα και τις μεταπτώσεις τους, και τους ανέμους που πνέουν και τη μεταμορφώνουν, και τα λογής-λογής πλεούμενα με τους θαλασσινούς που μπαινοβγαίνουν στο λιμάνι. Καθισμένος εκεί στο καφενείο του «Κόρτε», όπως λεγόταν τότε η περιοχή του μώλου του Άη Νικόλα του Θαλασσινού, γράφει, παρατηρεί, σχολιάζει, διασκεδάζει με παρέες ντόπιων και παραθεριστών, τις ώρες που δεν εργαζόταν στο σπίτι που νοίκιαζε για τα καλοκαίρια, δύο καμαρούλες στον επάνω όροφο της κυρίας Όλγας. (Το σπίτι της κυρίας Όλγας, της χήρας «Γκρίτζενας», σώζεται και βρίσκεται στο στενάκι δίπλα στη σημερινή ταβέρνα «Το Συμπόσιο»).
Η γυναικεία συντροφιά της βάρκας που περιγράφεται στο ποίημα αποτελούνταν από υπαρκτά πρόσωπα, νεαρές κοπέλες, που ξεχώριζαν για την ομορφιά και την κοινωνική τους θέση στο νησί
Στην Αίγινα συγγράφει το έργο-τομή στην ιδεολογική του στροφή, το συνθετικό ποίημα «Το Φως που καίει», δημοσιεύοντάς το την επόμενη χρονιά με το φιλολογικό ψευδώνυμο «Δήμος Τανάλιας», στο περιοδικό «Γράμματα» της Αλεξάνδρειας. Στο ίδιο καφενείο, όπως αφηγείται στα «Φιλολογικά Απομνημονεύματά» του, θα γράψει και τη συλλογή διηγημάτων «Ο λαός των Μουνούχων». Λάτρης της αληθινής, καθημερινής ζωής και του έρωτα, θα εξυμνήσει τις χάρες και τα κάλλη των γυναικών, και ιδιαίτερα των κοριτσιών της Αίγινας. Οι χοροί και οι διασκεδάσεις τα βράδια στο καφενείο του «Κόρτε», πέρα από την περιγραφή των ηθών και των συναναστροφών στο νησί, αποτελούν πηγή εμπνεύσεων για την εξύμνηση του έρωτα, των πόθων και των επιθυμιών για τις γήινες απολαύσεις. Η θάλασσα και η γυναικεία συντροφιά είναι τα δύο στοιχεία που τροφοδοτούν την έμπνευσή του στο πασίγνωστο –και πολυτραγουδισμένο, μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη– ποίημά του, την «Μπαλάντα του Αντρίκου». Η γυναικεία συντροφιά της βάρκας που περιγράφεται στο ποίημα αποτελούνταν από υπαρκτά πρόσωπα, νεαρές κοπέλες, που ξεχώριζαν για την ομορφιά και την κοινωνική τους θέση στο νησί. «Η Κατερίνα κι η Ζωή / τ’ Αντιγονάκι κι η Ζηνοβία / Ω, τι χαρούμενη ζωή / Χτυπάς, φτωχή καρδιά, με βία»: τραγουδά η δεύτερη στροφή από το ποίημα. Η Κατερίνα (Κατίνα στην καθημερινή) και τ’ Αντιγονάκι (Αντιγόνη) είναι οι δύο αδελφές της Ιφιγένειας, το γένος Ζέρβα, συζύγου του πασίγνωστου παλιού Αιγινήτη γιατρού, του Ξυδέα. Κάποια καλοκαίρια έμεινε και στα δωμάτια που νοίκιαζαν οι δύο αδελφές, δίπλα στη βίλα του Πόλιου. Η Ζωή ήταν η Ζωή Γιαννούλη, αδελφή του δικηγόρου Τάκη Γιαννούλη. Και, τέλος, η Ζηνοβία, η διασημότερη όλων, ήταν κόρη του Γιάγκου Μπήτρου, μεγάλου ξυλέμπορου της εποχής, και θεία της καλής φίλης Μαίρης Γαλάνη-Κρητικού, που είχε την καλοσύνη να μου δώσει τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες. Αξίζει να σταθούμε λίγο στη Ζηνοβία, γιατί πράγματι φαίνεται ότι ήταν μια γυναίκα ξεχωριστή και πολύ προχωρημένη για τα ήθη της εποχής. Έχοντας οικονομική άνεση, ήταν η πρώτη γυναίκα στην Ελλάδα που αγόρασε και οδήγησε αυτοκίνητο, έπαιζε δημοσίως χαρτιά και κάποια εποχή μετέτρεψε το μαγαζί του πατέρα της σε κινηματογράφο. Τα φορέματά της τα έφερναν στην Αίγινα υπάλληλοι του Τσούχλου, πολυτελούς οίκου νεωτερισμών της εποχής στην Αθήνα. Διηγούνται ότι ήταν πολύ χειραφετημένη, κατήργησε από μόνη της τις ξεχωριστές πλαζ, δημιουργώντας μπαιν-μιξτ, αφού δεν δίσταζε να κολυμπά ακόμη και μέσα στο λιμάνι, συμπαρασύροντας και άλλες γυναίκες, αλλά και άντρες. Υπαρκτό πρόσωπο ήταν και ο βαρκάρης της συντροφιάς, ο καμπούρης Αντρέας, ο Αντρίκος. Πρόκειται για τον Ανδρέα Γελαδάκη, γνωστό με το παρατσούκλι «Τσουκλανίδας». Φαίνεται λοιπόν ότι τα καλοκαίρια του Κώστα Βάρναλη στην Αίγινα υπήρξαν ιδιαίτερα δημιουργικά για την τέχνη, αφού η ζωή και η φύση του νησιού τον ενέπνεαν και τρόχιζαν το ταλέντο και το πνεύμα του. Αλλά και ιδιαίτερα ευχάριστα, αφού οι άνθρωποι του νησιού, και ιδιαίτερα οι γυναίκες, του πρόσφεραν απλόχερα υλικό για τις περιπέτειες και τα συμβάντα της καθημερινής ζωής και του έρωτα. Άλλωστε, και ο ίδιος ουδέποτε απέκρυψε τη συγκίνησή του για τα πάθη των καθημερινών ανθρώπων και τη λατρεία του για το γυναικείο φύλο. *Ο Γεώργιος Ι. Μπόγρης είναι ορθοπεδικός χειρουργός. Οι φωτογραφίες εποχής είναι από το προσωπικό αρχείο της Ζηνοβίας Μπήτρου (2η φωτο στη μέση), που έχει στην κατοχή του ο κ. Γρηγόρης Μπέρδος.

Διαβάστε επίσης

O Grimaldi θέλει και την Hellenic SeawaysΑίγινα

Σε συνεχείς επαφές με μικρομετόχους της ελληνικής ακτοπλοϊκής Hellenic Seaways βρίσκεται ο ιταλικός όμιλος Grimaldi με στόχο να ισχυροποιήσει τη θέση του στην ανακάμπτουσα εταιρεία...

Μαθαίνοντας τα μνημεία της ΑίγιναςΑίγινα

Την Κυριακή 7 Φεβρουαρίου, ο ιστορικός, συγγραφέας, αρχαιολόγος και περιβαντολόγος Μάκης Σταύρου της Εναλλακτικής Δράσης, και ο εκπαιδευτικός Κώστας Σταυρόπουλος με πρωτοβουλία της...