ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Όμορφες παλιές αναμνήσεις, μέσα στη νέα μελαγχολία μας...

Τα Χριστούγεννα άλλοτε και σήμερα, στο χρονογράφημα του Νίκου Σάνση για την εορταστική έκδοση του SM. Είμαστε κοντά στις εορτές. Βλέποντας κάποιο χριστουγεννιάτικο δέντρο, στα ελάχιστα μαγαζιά που ακόμα επιβιώνουν, προσπαθώ να ξαναφέρω στη μνήμη μου εικόνες Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, παλιές μα και σύγχρονες, κάνοντας μια σύγκριση του τότε με το σήμερα. Από την Ελλάδα του '50 και του '60 στο σήμερα του 2011. Ένα χθες, που σε τίποτα δεν μοιάζει με το σήμερα. Σε πόλεις και χωριά, με ανθρώπους να χαμογελούν, παρ' όλη τη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή τους φτώχεια. Και, όταν λέμε φτώχεια, μιλάμε για το απόλυτο μηδέν, σε τρόφιμα και στα απαραίτητα. Με ρούχα από τους λίγους που βοηθούσαν τους περισσότερους, τριμμένα, χιλιοφορεμένα, πιθανόν λίγο μπαλωμένα, μα το κυριότερο καθαρά και με αξιοπρέπεια. Αναφερόμαστε στα χρόνια της μεγάλης ξενιτιάς, της μετανάστευσης. Στις γειτονιές όποια τυχερά σπίτια και ρούγες μπορούσαν να μοσχομυρίζουν από τα ψητά κρέατα, τα μελομακάρονα, τους κουραμπιέδες και τις πίτες.
Μα η πιο όμορφη παιδική ανάμνηση εκείνων των ημερών ήταν κάποιοι πάγκοι, με κάθε λογής παιχνίδια και πραμάτειες των μικροπωλητών, που κάθε απλό μα και φτωχό παιδάκι, με ένα μολυβένιο στρατιωτάκι, έσβηνε στα χεράκια του κάθε αχόρταγη όρεξη της ψυχούλας του
Με τα Ελληνόπουλα, παραμονές Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, να ψέλνουν –όπου σε έβρισκαν– τα κάλαντα, και πολλοί, μην έχοντας δραχμή στην τσέπη, τους προσέφεραν ό,τι μπορούσαν, μια καραμέλα ή ό,τι άλλο είχαν στα σπιτικά τους. Και οι μαγαζάτορες, στους τότε λίγους εμπορικούς δρόμους, να έχουν το πιο απλό, αληθινό χαμόγελο στα χείλη, σαν να μην νοιάζονταν για το αύριο, αφού το χθες που είχαν περάσει ήταν για αυτούς κόλαση και φρίκη. Μα η πιο όμορφη παιδική ανάμνηση εκείνων των ημερών ήταν κάποιοι πάγκοι, με κάθε λογής παιχνίδια και πραμάτειες των μικροπωλητών, που κάθε απλό μα και φτωχό παιδάκι, με ένα μολυβένιο στρατιωτάκι, έσβηνε στα χεράκια του κάθε αχόρταγη όρεξη της ψυχούλας του. Και όμως, παρ' όλες τις δυσκολίες, υπήρχε αισιοδοξία. Χαμογελούσαν και χαίρονταν με το καθετί. Γιατί απλά ζούσαν. Γιατί υπήρχε μέλλον, μετά το σκοτάδι, και χώρος στη ζωή να καθίσουν όλοι. Γιατί ένιωθαν την αγάπη του καθενός. Είχαν πονέσει πολύ και ήξεραν τι σήμαινε ανθρωπιά. Και γυρίζουμε στο ξαφνικό σήμερα. Στην τεράστια οικονομική και κοινωνική κρίση που ενέσκηψε μετά την εποχή της καλοπέρασης, στολισμένης με μονότονες φωτιστικές καρικατούρες, σε γιρλάντες, μέσα σε φόντο θολό, γεμάτο όνειρα και ψευδαισθήσεις. Με ανέσεις πλέριες και ατέλειωτες, πνιγμένες στα χρέη, με ανθρώπους να μη γελούν, με σκυθρωπά φοβισμένα χαρακτηριστικά στα πρόσωπά τους, είτε στο αυτοκίνητο είτε στα μέσα συγκοινωνίας είτε, όμως τελευταία, πίσω από κάποιο παράθυρο στο σπίτι παρέα με την ανεργία. Αραίωσε μεν το καθημερινό αγχωτικό τρέξιμο για τις υποχρεώσεις, τα δάνεια, σε έναν κόσμο συνεχούς κατανάλωσης, που μάταια μας πρόσφεραν, αρπάξαμε, φτιάξαμε και χάσαμε τους εαυτούς μας. Πλήθυναν όμως οι νυκτερινές επισκέψεις, στους κάδους απορριμμάτων, κάθε φτωχού που ψάχνει να βρει κάτι να φάει για να επιβιώσει. Οι πάγκοι και οι πραμάτειες χάθηκαν φυσιολογικά στο χθες. Χιλιάδες μαγαζιά μικρομεσαίων έκλεισαν και ό,τι απέμεινε παραμένει –κανείς δεν ξέρει έως πότε– συγκεντρωμένο σε μεγάλους εμπορικά οργανωμένους χώρους. Και ο άπληστος, αχόρταγος, αλαζόνας, αριβίστας μέχρι εσχάτων, άνθρωπος, πρότυπο-μοντέλο για τις ψυχές και τα μυαλά των πιο πολλών, έψαχνε μια μάταιη ευτυχία, κοροϊδεύοντας το πραγματικό σήμερα και το ανύπαρκτο ακόμα χρεωμένο του αύριο. Και το αποτέλεσμα της ανθρώπινης απληστίας –με ακέραιη την ευθύνη όλων των «νάνων» κυβερνητών του πλανήτη– εφιαλτικό για τους πολλούς ανέργους με τα μηδενικά, τους μισθωτούς και συνταξιούχους με τα κουτσουρεμένα εισοδήματα. Τα κάλαντα μέχρι σήμερα τα έλεγαν αλλοδαπά παιδάκια, υποκαθιστώντας τα Ελληνόπουλα, που μέχρι σήμερα κάθονταν εξαφανισμένα, φοβισμένα, φυλακισμένα μέσα στα κλουβιά-παλάτια τους. Ώρα πάλι φέτος τα παιδιά όλων των χωριών και πόλεων –και πόσω μάλλον της Αθήνας– να ξαναπιάσουν τα μελωδικά τρίγωνά τους και να βγουν στις ρούγες. Και ο σημερινός άνθρωπος να γίνει πιο κοινωνικός, πιο απλός, πάντα πιο κοντά στον πονεμένο συνάνθρωπό του, πάντα με περίσσια αγάπη, στοργή και φροντίδα. Όχι άλλα όνειρα, γιατί κουραστήκαμε. Όχι βέβαια με τις εικόνες της ευτυχίας και της χαράς των άλλοτε φτωχών Ελλήνων συνανθρώπων μας. Αλλά με τη δυστυχία των πολλών συνανθρώπων μας του σήμερα. Εύχομαι ολόψυχα σε Αιγινήτες και Αθηναίους καλές –και ειδικά για φέτος– ανθρώπινες γιορτές.

Διαβάστε επίσης

Κέφι, χορός και καλό φαγητό!Αίγινα

Περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, επαγγελματίες και φορείς δοκιμάζουν τις αντοχές τους, αλλά με πολύ κέφι και ξέφρενη μουσική. Της Βασιλικής Ταντάουι Και… η ζωή συνεχίζεται! Παρά τ...

Θα μας αντέξει η σκηνή...Αίγινα

Νέο κεφάλαιο στην ιστορία του ταλαιπωρημένου Δημοτικού Θεάτρου Αίγινας φιλοδοξεί να γράψει η Επιτροπή Θεάτρου, με τη συμβολή φίλων της Τέχνης και του Πολιτισμού. Της Βασιλικής Ταντ...

Είναι η οικονομία, δήμαρχε...Αίγινα

Η κρίση με το νερό στην Αίγινα ανέδειξε έλλειμμα αποτελεσματικής διοίκησης στον δήμο. Tου Γιάννη Προβή «Ιt’s the economy stupid!»: Mια παραλλαγή του γνωστού αμερικανικού σλόγκαν απ...