Γελοίο και τραγικό
Μια... μετριοπαθής δημοσιογραφική αποτίμηση των όσων ζούμε εμείς οι Έλληνες τα τελευταία χρόνα. Του Δημήτρη Τσαλίδη
Αλλιώς θα ήθελα ν’ αρχίσω, άλλα θα ήθελα να πω, αλλά, δυστυχώς, δεν μπορώ, δεν γίνεται. Ζούμε σ’ έναν τόπο γελοίο και τραγικό, δοκιμάζουμε την ακραία γελοιότητα και την ακραία τραγικότητα. Είμαστε ένας κόσμος που παραδόθηκε στη γελοιότητα των περιστάσεων και ζει την τραγικότητα μιας βίαιης μεταμόρφωσης, η οποία –πολύ φοβούμαι– θα μας οδηγήσει σύντομα στην παραλυσία και στην αποδοχή ενός πεπρωμένου που βιαίως μας επιβάλλεται έξωθεν και γίνεται εδώ ασμένως αποδεκτό, κυρίως μάλιστα από εκείνους που θα έπρεπε να το απορρίπτουν μετά βδελυγμίας. Διαθέτουμε κυβέρνηση και αντιπολίτευση που παραπαίουν κοινωνικά, αλλά μάλλον δεν το έχουν αντιληφθεί ή κάνουν ότι δεν το βλέπουν. Και λαϊκίζουν ασύστολα.
Ας μην ξεγελιόμαστε όμως και ας μην προσπαθούμε να ξεγελάσουμε και τους άλλους. Πόσοι είμαστε έξω από τη φαυλότητα, έξω από κυκλώματα, μακριά από τη διαφθορά και την επιδίωξη μιας παράλογης ευζωίας, που πολλοί δεν τη δικαιούμαστε καθόλου και άλλοι τη δικαιούνται πολύ λίγο; Πώς συνδυάζεται το γελοίο με το τραγικό στην καθημερινότητά μας και πώς θα μπορέσουμε ποτέ να απαλλαγούμε από τις ενοχές και τα συμπλέγματα που χρόνια και χρόνια μάς επιβλήθηκαν ανεπαισθήτως; Μας βόλευε όμως η τάξη πραγμάτων που επικρατούσε, και την υπηρετούσαμε σχεδόν καθολικά, με την προσδοκία ότι αυτή η τάξη πραγμάτων θα μας ευνοούσε δεόντως, όπως συνέβαινε πάρα πολλές φορές. Ή όχι;
Φταίει η πολιτική, φταίνε οι πολιτικοί, φταίνε οι κυβερνήσεις, φταίνε οι θεσμοί, φταίει το περιβόητο «σύστημα», που ένα-ένα και όλα μαζί ευθύνονται για το κατάντημά μας; Κι εμείς; Άγγελοι εξ ουρανού, δεν θέλαμε να παρανομήσουμε, δεν θέλαμε να κλέψουμε το κοινό ταμείο, δεν επιδιώξαμε ποτέ να ανατρέψουμε τους κανόνες της δίκαιης διαβίωσης. Φταίνε για τότε οι άλλοι και τώρα οι επικυρίαρχοι.
Είναι βεβαίως γελοίο να φορτωνόμαστε στο σύνολό τους όλα τα αδικήματα που διαπράχθηκαν στον τόπο, εδώ και πολλές δεκαετίες, αλλά σ’ αυτό βάλαμε κι εμείς το χεράκι μας, και μάλιστα εκεί που δεν έπρεπε πολλές φορές. Και τώρα; Γελοίο δεν είναι που εκπορεύεται –μάλιστα από όχι λιγότερο γελοίους– το επιχείρημα ότι όλα θα διορθωθούν και όλα θα τακτοποιηθούν με τις υποδείξεις των τρίτων και την επιβολή κυρώσεων εκμέρους τους σε όλους μας, δικαίους ή αδίκους; Πώς θα γίνει αυτό και πότε, όταν παντού επικρατεί δυσοσμία;
«Ας μην ξεγελιόμαστε όμως. Πόσοι είμαστε έξω από τη φαυλότητα, έξω από κυκλώματα, μακριά από τη διαφθορά...»
Για ποια τακτοποίηση και ποια αναδιοργάνωση του κράτους μιλάμε, όταν ακόμα και σήμερα αποκαλύπτονται απάτες με τις παράνομες συντάξεις που τις εισπράττουν μη δικαιούχοι, με παράνομα επιδόματα που κάποιοι τα εισπράττουν επειδή κάποιοι με το αζημίωτο, φυσικά, τους τα ενέκριναν, με τους δήθεν τυφλούς και κωφάλαλους, που γιατροί βεβαίωσαν την αναπηρία τους, με μικρομεσαίους και μεγάλους φοροφυγάδες, εντός και εκτός λιστών, και τους εισφοροφυγάδες, που όλοι τους αφήνονται στο απυρόβλητο ως μεγάλοι ευεργέτες του κλονισμένου κράτους, με τους επιχειρηματίες που πράττουν αυτό που τους βολεύει, όπως τους βολεύει και γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια τις εκκλήσεις ότι, αν δεν καταβάλουν τον φορολογικό οβολό τους, θα αναγκασθούν να τον επωμισθούν μισθωτοί και συνταξιούχοι. Σκασίλα τους.
Μειώθηκε ο ΦΠΑ ύστερα από μηνών συζητήσεις και παρακάλια προς τους κυβερνώντες δανειστές. Και τι έγινε; Ελάχιστοι τήρησαν την υπόσχεση για μείωση τιμών. Ποιος άλλωστε θυμάται πόσο πλήρωνε το... τζατζίκι και πόσο λιγότερο το πληρώνει τώρα; Το πιθανότερο είναι να επανέλθει ο αυξημένος φόρος και να ανατιμηθούν και τα προϊόντα.
Γιατροί συνταγογραφούν κατά συρροήν, για να βοηθήσουν συγκεκριμένες εταιρείες και υποδεικνύουν την εκτέλεση των συνταγών σε φίλια φαρμακεία, τα νοσοκομεία βουλιάζουν από απίθανες δαπάνες για... ιατρικούς λόγους, στην αγορά ανθεί η ανασφάλιστη και πάμφθηνη –ως προσβλητική– μαύρη εργασία, ενώ στα κέντρα διασκέδασης δεν εκδίδονται αποδείξεις, επειδή τούτο δεν συμφέρει τους επιχειρηματίες, αλλά βολεύονται και θαμώνες, δηλαδή εμείς οι άγγελοι, που δεν τις ζητούν. Τι να τις κάνουν άλλωστε; Μήπως για να γλυτώσουν κανένα ευρώ από την εφορία;
Βιογραφικό
Ο Δημ. Τσαλίδης γεννήθηκε στην Πόλη το 1944. Είναι δημοσιογράφος (τώρα παροπλισμένος). Συνεργάστηκε 33 χρόνια με «Το Βήμα» και άλλα 10 με την «Ελευθεροτυπία». Έχει γράψει τρία βιβλία: «Γιοκ Τζάνιμ», «Το σπίτι με τις χήρες» (εκδ. Νεφέλη) και «Ο αμέτοχος» (εκδ. Λιβάνη). Ζει πλέον μόνιμα στην Αίγινα.