O ρωσο-γερμανικός αγωγός, που εξοργίζει τις ΗΠΑ - Ρεπορτάζ του Κώστα Αργυρού
Παρά τις απειλές για κυρώσεις από την Ουάσιγκτον η Ανγκέλα Μέρκελ δε μοιάζει διατεθιμένη να εγκαταλείψει το σχέδιο για την ολοκλήρωση του πολυσυζητημένου αγωγού Nordstream 2, προσπαθώντας πάλι να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα...
Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες λέει η παροιμία και η Ανγκέλα Μέρκελ θα έπρεπε να γνωρίζει μετά από 15+ χρόνια θητείας, ότι όταν το καράβι λέγεται «Γερμανική Οικονομία» θα πρέπει να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει και θύελλες. Ακριβώς μια τέτοια πρέπει να ξεπεράσει τώρα η καγκελάριος σε σχέση με τον αγωγό Nordstream 2, ο οποίος βρίσκεται ένα βήμα πριν την ολοκλήρωσή του και απειλείται τώρα με «κλείσιμο».
Το έργο ήταν από την αρχή αρκετά αμφιλεγόμενο, αφού μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία απευθείας στη Γερμανία, παρακάμπτοντας άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η κυβέρνηση του Βερολίνου πόνταρε σωστά στην εκτίμηση, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει κάποιο «μπλοκάρισμα» από την συντονισμένη δράση των υπολοίπων Ευρωπαίων εναντίον της. Και μιλούσε για ένα καθαρά επιχειρηματικό σχέδιο χωρίς πολιτικές προεκτάσεις. Δεν υπολόγισε όμως την αντίδραση των ΗΠΑ, οι οποίες είδαν από την αρχή το όλο εγχείρημα ως πισώπλατη μαχαιριά.
Αυτό δεν είχε να κάνει φυσικά με τον Ντόναλντ Τραμπ. Η δυσφορία είναι διαχρονική και εκφράζεται πλέον και από το περιβάλλον του Τζο Μπάιντεν. Μάλιστα τις τελευταίες ημέρες η αμερικανική διοίκηση έχει ξεκινήσει τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων σε εταιρίες άλλων χωρών, που συνεργάζονται στο φιλόδοξο πρότζεκτ. Κάποιες φοβούμενες την αμερικανική οργή αποφάσισαν να διακόψουν τις δραστηριότητές τους. Η γερμανική πλευρά συνεχίζει να υποστηρίζει ότι το έργο θα συνεχιστεί, όσο και αν αυτό ακούγεται περίεργο σε μια περίοδο που οι σχέσεις με τη Μόσχα δείχνουν ηλεκτρισμένες εξαιτίας και της υπόθεσης με τη δηλητηρίαση του Αλεξέι Ναβάλνυ. Μάλιστα για να ξεπεραστούν και άλλα εμπόδια η τοπική κυβέρνηση του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας, όπου θα καταλήξει ο αγωγός δημιούργησε ένα «Ιδρυμα» για την προστασία του Κλίματος και του Περιβάλλοντος, το οποίο χρηματοδοτείται και από την γνωστή παγκοσμίως ρωσική Gazprom.
Αυτό από μόνο του μοιάζει παραδοξότητα. Από τη μια το Βερολίνο επικρίνει τις αυταρχικές μεθόδους Πούτιν, τα γερμανικά ΜΜΕ αφιερώνουν ώρες και σελίδες στην υπόθεση και από την άλλη οι «business as usual» με τον Βλάντιμιρ Πούτιν συνεχίζονται.
Μπορεί λοιπόν οι Ευρωπαίοι να μην έχουν το σθένος να επικρίνουν το Βερολίνο, αλλά στην Ουάσιγκτον είναι αρκετά εκνευρισμένοι. Υπάρχει και η πολύ πρόσφατη ιστορία με την εμπορική συμφωνία ΕΕ-Κίνας, πάλι μετά από μερκελική επιμονή, η οποία επίσης προκάλεσε ανατριχίλα στην Ουάσιγκτον.
Τώρα η κυρία Μέρκελ θα πρέπει να αποφασίσει αν θα προσπαθήσει να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, κάτι που συχνά το έχει προσπαθήσει ή αν θα διαλέξει στρατόπεδο. Θα παγώσει ένα έργο περίπου 9 δισεκατομμυρίων λίγο πριν το τέλος του; Θα προσπαθήσει να κατευνάσει τις ΗΠΑ προσφέροντας τους ως αντάλλαγμα την αγορά δικού τους σχιστολιθικού αερίου (fracking). Ή θα αγνοήσει την αμερικανική οργή κάνοντας μια κακή αρχή στη σχέση της με τη νέα ηγεσία στην Ουάσιγκτον; Ο γρίφος είναι δυσεπίλυτος και η έκβαση της ιστορίας δυσπρόβλεπτη.
Σε κάθε περίπτωση η γερμανική στάση για μια ακόμα φορά αποδεικνύει την έλλειψη σοβαρού αντίβαρου στην Ευρώπη. Πάντα τα γερμανικά συμφέροντα είναι αυτά που έχουν προτεραιότητα. Το πιο προκλητικό ίσως είναι ότι ενώ στη Γερμανία ακούγονται οι περισσότερες «ηθικολογίες» για τις αυταρχικές κυβερνήσεις της Μόσχας και του Πεκίνου, όταν πρόκειται για «δουλειές», όλα αυτά εύκολα μπαίνουν στο περιθώριο. Με την υπόλοιπη Ευρώπη απλώς να παρακολουθεί. Να μαθαίνει κιόλας μήπως;