Οι μισθοί δεν προλαβαίνουν τις αυξήσεις στα τρόφιμα – Άλυτο το πρόβλημα της ακρίβειας
Μπορεί ο ρυθμός μεταβολής των τιμών στα τρόφιμα να «συγκρατείται» πλέον στο επίπεδο του 1% -και μάλιστα οριακά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης- όμως το πρόβλημα της ακρίβειας στα super market είναι εδώ.
Το μέγεθος του προβλήματος αποτυπώνεται με την εξής σύγκριση:
Οι τιμές των τροφίμων από τον Ιούνιο του 2021 μέχρι σήμερα έχουν αυξηθεί κατά 28,3% (έναντι 29% στην Ευρωπαϊκή Ένωση), αλλά το ίδιο διάστημα ο μέσος μισθός έχει ανέβει στην Ελλάδα όχι περισσότερο από 15%-16%.
Η Eurostat δημοσίευσε χθες τα αναλυτικά στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού κατά τον μήνα Ιούνιο, υπολογίζοντας τον ελληνικό εναρμονισμένο δείκτη στο 2,5% και τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 2,6%.
Η πορεία τον Ιούνιο
Στα τρόφιμα, που είναι επικεντρωμένο το ενδιαφέρον -για ευνόητους λόγους- το τελευταίο διάστημα, η Ελλάδα κατέγραψε μεταβολή 1,1% τον Ιούνιο από 1,3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένδειξη ότι ο ρυθμός αύξησης των τιμών συγκρατείται πλέον.
Μάλιστα, τα αναλυτικά στοιχεία της Eurostat, που δημοσιεύτηκαν χθες, δείχνουν ότι υπάρχουν πλέον πολλές κατηγορίες ειδών διατροφής στις οποίες ο πληθωρισμός έχει γυρίσει σε αρνητικό έδαφος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο δείκτης του ψωμιού και των δημητριακών που υποχωρεί κατά 0,7% (μόνο στο ψωμί καταγράφεται μείωση 0,3% στο διάστημα Ιουνίου 2023 – Ιουνίου 2024), της πατάτας που καταγράφει μείωση 5,7%, των φρούτων οι τιμές των οποίων υποχωρούν κατά 5,9%, των λαχανικών που χάνουν 0,4% από τις περσινές τιμές, των τυριών και του γιαουρτιού που επίσης υποχωρούν κατά 0,9% η κάθε κατηγορία, αλλά και το φρέσκο γάλα που βρίσκεται φέτος στο 4,1% σε σχέση με πέρυσι.
Το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης σημειώνεται αυτή τη στιγμή στη ζάχαρη, η οποία είναι φθηνότερη κατά 17,4% σε σχέση με πέρυσι.
Χωρίς το ελαιόλαδο και την εκρηκτική αύξηση της τιμής του, η οποία στην Ελλάδα φτάνει στο 54,8% σε ετήσια βάση, με υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (+45,5%), ο πληθωρισμός και των τροφίμων αλλά και συνολικά ο εναρμονισμένος δείκτης θα κατέγραφε χαμηλότερο ποσοστό.
Το λάδι είναι αυτή τη στιγμή το προϊόν με το μεγαλύτερο ποσοστό ανατίμησης όχι μόνο στον επιμέρους δείκτη των τροφίμων, αλλά και συνολικά στο «καλάθι» του πληθωρισμού. Στο δε διάστημα της τριετίας από τον Ιούνιο του 2021 μέχρι και τον Ιούνιο του 2024 καταγράφει πλέον αύξηση 134,1% (έναντι 113% στην Ευρωπαϊκή Ένωση), προκαλώντας σημαντικά προβλήματα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, ειδικά αυτών που δεν έχουν δική τους παραγωγή και υποχρεώνονται να αγοράζουν από το super market.
Απογοητευτικά ευρήματα
To πρόβλημα πλέον με τα τρόφιμα δεν είναι σε τόσο μεγάλο βαθμό ο πληθωρισμός (δηλαδή η μεταβολή των τιμών), όσο η ακρίβεια.
Ο δείκτης που μετράει με μεγάλη σαφήνεια αυτή τη διάσταση δεν είναι άλλος από τη σύγκριση του ρυθμού μεταβολής των τιμών σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου (π.χ. τριετία) με τον αντίστοιχο ρυθμό μεταβολής των καθαρών εισοδημάτων.
Εκεί τα ευρήματα είναι απογοητευτικά.
Ο μέσος μισθός στην Ελλάδα ήταν στα επίπεδα των 1.118 ευρώ το 2021 και τώρα κυμαίνεται περίπου στα επίπεδα των 1.300 ευρώ (το 2023 έκλεισε στα 1.251 ευρώ, αλλά εκτιμάται ότι στο α’ εξάμηνο έχει καταγραφεί και νέα αύξηση κυρίως λόγω και της νέας αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού από τον περασμένο Απρίλιο στα 830 ευρώ).
Αυτή η αύξηση είναι της τάξεως του 16%. Όταν στο ίδιο διάστημα οι τιμές των τροφίμων έχουν ακριβύνει κατά 28%-29%, είναι σαφές ότι τώρα χρειάζεται να διαθέσουμε μεγαλύτερο κομμάτι του εισοδήματός μας για να αγοράσουμε ακριβώς τα ίδια προϊόντα.
Το παρατηρητήριο τιμών στα τρόφιμα της Eurostat δείχνει ότι σε πολλές βασικές κατηγορίες οι αυξήσεις σε βάθος τριετίας είναι μεγαλύτερες και από τον μέσο όρο του 28,3%. Έτσι, έχουμε στο +39,9% τα τυριά, στο +33,9% τη ζάχαρη και στο +31% τα αυγά.
Υπάρχουν βεβαίως και είδη με μικρότερες ανατιμήσεις από τον μέσο όρο, όπως είναι το φρέσκο γάλα, το γιαούρτι, ο καφές και τα φρούτα. Όσο για τη σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η Ελλάδα σε κάποια προϊόντα έχει να επιδείξει μεγαλύτερα ποσοστά ανατιμήσεων σε βάθος τριετίας και σε άλλα μικρότερα.
Το λάδι είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα προϊόντος με μεγαλύτερες ανατιμήσεις σε σχέση με την Ε.Ε. (134,1% έναντι 113%).
Σε διατροφική φτώχεια οι τέσσερις στους 10
Η Eurostat δημοσίευσε χθες τη στατιστική που καταγράφει το ποσοστό των ατόμων που δεν μπορούν να πληρώσουν για ένα επαρκές γεύμα. Αφορά το 2023 και αποκαλύπτει ότι το 9,5% των Ευρωπαίων πολιτών δεν μπορούσε το 2023 να έχει πρόσβαση σε ένα γεύμα που να περιέχει κρέας, ψάρι ή λαχανικά ανά 2η ημέρα.
Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε κατά 1,2 ποσοστιαία μονάδα συγκριτικά με το 2022, κάτι που προφανώς συνδέεται με τις ανατιμήσεις στα τρόφιμα.
Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τις χειρότερες επιδόσεις και στη συγκεκριμένη στατιστική, καθώς με ποσοστό λίγο χαμηλότερο από το 40% βρίσκεται στην 5η χειρότερη θέση πίσω από τη Σλοβακία (στο 45,7%), την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Οι χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις, όπως η Σουηδία, η Πορτογαλία, η Κύπρος και η Ιρλανδία, εμφανίζουν ποσοστά που πέφτουν ακόμη και στο 4,2%.