Σχεδόν διπλασιάστηκε ο τζίρος των τυχερών παιγνίων μεταξύ 2019-2022. Τα πονταρίσματα που έριξαν οι Έλληνες στη θεά Τύχη πέρυσι πλησίασαν τα 30 δισ. ευρώ και ήταν αυξημένα κατά 82% σε σχέση με το 2019. Επίσης, τα ακαθάριστα έσοδα των παρόχων (Gross Gaming Revenues) ανήλθαν σε 2,35 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας κατά 5% τα αντίστοιχα έσοδα του 2019. Τα ακαθάριστα έσοδα των παρόχων (GGR) προκύπτουν από τον τζίρο (πονταρίσματα) των τυχερών παιγνίων μείον τα κέρδη των παικτών.
Τα μεγέθη αυτά δείχνουν ότι κάθε μήνα οι Έλληνες πόνταραν στη θεά Τύχη πάνω από 2,5 δισ. ευρώ! Επίσης, οι πάροχοι είχαν ακαθάριστα έσοδα GGR σχεδόν 200 εκατ. ευρώ τον μήνα. Μαζί τους, όμως, επωφελήθηκε και το Ελληνικό Δημόσιο, αφού έβαλε στα ταμεία του από φόρους παιγνίων (GGR Tax) αλλά και από φόρους των κερδών των παικτών 742 εκατ. ευρώ. Συγκεκριμένα, πέρυσι το Δημόσιο είχε έσοδα από παίγνια ύψους 486 εκατ. ευρώ (GGR Tax) και επιπλέον 256 εκατ. ευρώ από τη φορολόγηση των κερδών των παικτών.
Τα φορολογικά έσοδα από τυχερά παίγνια της περασμένης χρονιάς αντιστοιχούν στο 89% εκείνων του 2019. Εμφανίζονται, δηλαδή, μειωμένα κατά 11%. Η μείωση αυτή, ωστόσο, είναι αποτέλεσμα της συμφωνίας του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΠΑΠ το 2013, με την οποία προκαταβλήθηκαν φόροι της δεκαετίας 2020-2030. Έτσι, από το φθινόπωρο του 2020 και για 10 έτη, o συντελεστής φορολόγησης στα επίγεια παίγνια του ΟΠΑΠ (KINO, Lotto, Joker κ.λπ.) μειώθηκε από το 35% στο 5% του GGR. Η μείωση αυτή διασφαλίζει στον ΟΠΑΠ αυξημένα έσοδα άνω των 300 εκατ. ευρώ ετησίως.
Σίγουρα το φαινόμενο του παράνομου τζόγου δεν έχει εξαλειφθεί ολοσχερώς, αλλά στη μάχη αυτήν σήμερα ρίχνονται τόσο οι ελεγκτικές Αρχές του κράτους όσο και η ίδια (νόμιμη) αγορά που σήμερα φορολογείται, ενώ οι παράνομοι ανταγωνιστές της όχι.