Θυμός, θλίψη… χαρά κι ελπίδα!
Γράφει η Σίλα Αλεξίου
Αν τα «ανάμεικτα συναισθήματα» είχαν φωνή, αν η έκφραση που χρησιμοποιούμε συχνά –και ίσως επιπόλαια– μπορούσε να μιλήσει, θα μας εκχωρούσε αναντίρρητα σ’ αυτή τη συγκυρία το δικαίωμα να την…
πιάνουμε στο στόμα μας.
Την ώρα που οι μνήμες από τη Μικρασιατική Καταστροφή αναβιώνουν, με τη συμπλήρωση ενός αιώνα από την τραγωδία, που ένας πόλεμος σε εξέλιξη προκαλεί ένα νέο κύμα προσφύγων και ακρωτηριασμένων οικογενειών, ξύνοντας παλιές πληγές, που οι αυξήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες τρομάζουν, που η παγκόσμια κοινότητα προσδοκά στην απελευθέρωσή της από τη «σκλαβιά» του κορονοϊού και, τέλος, η μικρή –αλλά πάντα ελκυστική– Ελλάδα αισιοδοξεί με την έλευση της άνοιξης για την εκκίνηση του
τουρισμού, πώς να νιώσεις;
Ανάμεικτα συναισθήματα, ασφαλώς! Συγκίνηση, θλίψη, θυμό, αλλά και χαρά κι ελπίδα. Συναισθήματα που,
δυστυχώς, δεν μπορείς να τα διαχωρίσεις, γιατί δεν έχεις το δικαίωμα. Πώς να νιώσεις μόνο χαρά, όταν δίπλα σου υπάρχει τόσος πόνος, όταν ένας πόλεμος καταστρέφει τη ζωή; Θα σε πνίξουν οι ενοχές.
Και, από την άλλη, πώς να στερηθείς την αίσθηση της χαράς που φέρνει η άνοιξη, ο ήλιος, η μαγεία της θάλασσας;
Ένας δύσκολος χειμώνας πέρασε, με το κρύο να ανταγωνίζεται τον φόβο της πανδημίας και, παρέα, να… καταργούν τη ζωή στα νησιά και στις τουριστικές περιοχές, όπου ούτε οι ντόπιοι δεν είχαν τη διάθεση να δραστηριοποιηθούν.
Το μελαγχολικό σκηνικό ωστόσο, που όλοι περιμέναμε να δώσει τη θέση του στο φως της άνοιξης, τονώνοντας τη διάθεσή μας, έγινε ξαφνικά κατάμαυρο.
Πόλεμος… Με τις μακάβριες επιπτώσεις του. Ο θάνατος στη χειρότερή του έκφανση να προκαλεί την αγανάκτησή μας, ο ξεριζωμός μικρών παιδιών να συμπίπτει με τις δικές μας εκδηλώσεις μνήμης του 1922, όταν οι Έλληνες Μικρασιάτες έψαχναν τόπο να σταθούν, μετρώντας τις απώλειές τους, και – συνακόλουθα– όλοι εμείς, θύματα των παραπλεύρων απωλειών… Ελλείψεις, αυξήσεις, απόγνωση, ένα μέλλον αβέβαιο, που δεν είναι σε θέση να σου εγγυηθεί για τα στοιχειώδη.
Όμως… Θα ήταν κόντρα στην ανθρώπινη φύση, αν δεν αφήναμε τον ήλιο να μας ζεστάνει. Αν δεν λαχταρούσαμε το καλοκαίρι, τη θάλασσα. Αν απαγορεύαμε στον εαυτό μας την αισιοδοξία. Αν δεν πιστεύαμε ότι η ζωή συνεχίζεται με τα καλά της και τα κακά της…
Και, κυρίως, με τα ταξίδια της… Πειραιάς, Αίγινα, Αγκίστρι, Μέθανα, Πόρος, Ύδρα, Σπέτσες, Πόρτο Χέλι, Ερμιόνη…
Τα μαγαζιά φόρεσαν τα καλά τους, άνοιξαν, και μας περιμένουν. Το πλοίο, όπως πάντα, θα σφυρίξει τρεις φορές για την αναχώρηση, με προορισμό τη γαλήνη.
Τα ανάμεικτα συναισθήματα θα είναι εκεί, αναπόφευκτα.
Αλλά η Ανάσταση θα τα γλυκάνει, και το καλοκαίρι είναι μπροστά μας. Ας απολαύσουμε τον ευλογημένο τόπο μας χωρίς τύψεις και ενδοιασμούς.
Καλό Πάσχα!